Από την έναρξη των εργασιών της Επιτροπής Juncker, είμαστε μάρτυρες μιας νέας δύσκολης πραγματικότητας: κανένα σημαντικόνομοθέτημα για την υγεία δεν ήρθε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ιδιαίτερα κάποιο που να σχετίζεται με τη φαρμακοβιομηχανία. Ωστόσο,αυτό όντως σημαίνει ότι δεν υπάρχουν σημαντικές συζητήσεις που λαμβάνουν χώρα;
Γιάννης Νάτσης,Συντονιστής για τις πολιτικές καθολικής πρόσβασης και προσιτών φάρμακων –Ευρωπαϊκή Συμμαχία Δημοσίας Υγείας (EPHA)
Από την έναρξη των εργασιών της Επιτροπής Juncker, γινόμαστε μάρτυρες μιας δύσκολης νέας πραγματικότητας. Δεν υπάρχει κανένα σημαντικό νομοθέτημα για την υγεία που να ήρθε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, και επιπλέον τίποτα σχετικό με τα φαρμακευτικά προϊόντα. Αλλά αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχουν σημαντικές συζητήσεις που λαμβάνουν χώρα;Ακριβώς το αντίθετο.
Σε πολυάριθμα fora συζητούν διάφορα εξαιρετικά σημαντικά και ευαίσθητα ζητήματα που σχετίζονται με τη φαρμακευτική πολιτική, αλλά όλα αυτά συμβαίνουν πίσω από κλειστές πόρτες. Το γεγονός ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο -το πιοανοιχτό σε δημόσιο έλεγχοαπό τα θεσμικάόργανα της ΕΕ-παραμένει ουσιαστικά στο σκοτάδι,μας θέτει νέες προκλήσεις, ιδίως για το δημόσιο συμφέρον και την κοινωνία των πολιτών και εγείρει καίρια ερωτήματα σχετικά με την υποχρέωση λογοδοσίας της χάραξης πολιτικής στις Βρυξέλλες.
Υπάρχουν άφθονες ομάδες εμπειρογνωμόνων, διακυβερνητικές πρωτοβουλίες, ομάδες εργασίας, επιτροπές πολιτικής, τεχνικές συναντήσεις, ομάδες συμφερόντων, πιλοτικά πρότζεκτ κλπ όπου οι δυνατότητες για έναν δημόσιο έλεγο ή τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών είναι δυσοίωνα περιορισμένες. Ας δούμε το παράδειγμα της Ομάδας Εμπειρογνωμόνων της Κομισιόν για την Ασφαλή και Έγκαιρη Πρόσβαση των Ασθενών στα Φάρμακα (ΑΕΠΑΦ), που ιδρύθηκε τον Ιανουάριο του 2015. Η ομάδα συνεδρίασε τρεις φορές κατά τη διάρκεια του 2015 και συζητήθηκαν μεταξύ άλλων κρίσιμα θέματα, όπως η πρόσβαση στην αγορά για τα φάρμακα, τις απαιτήσεις τεκμηρίωσης για την έγκριση νέων φαρμάκων, η πολιτική εποπτεία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων. Η ομάδα είναι ανοιχτή μόνο σε εθνικούς εμπειρογνώμονες που έρχονται απευθείας από τις πρωτεύουσες. Ακόμη και οι εκπρόσωποι των εθνικών πολιτικών υγείας που εργάζονται στις Βρυξέλλες παραμένουν σε απόσταση. Οι πληροφορίες σχετικά με το έργο και τους στόχους της ομάδας είναι πολύ περιορισμένεςγια το κοινό και γίνονται διαθέσιμες στο διαδίκτυο συνήθως εβδομάδες μετά την ολοκλήρωση της συνάντησης.
Ένα από τα προβλήματα με τον πολλαπλασιασμό των ομάδων, όπως η ΑΕΠΑΦ είναι ότι οι εθνικές κυβερνήσεις δικαίως διαμαρτύρονται ότι η χάραξη πολιτικής γίνεται όλο και πιο κατακερματισμένη. Είναι δύσκολο για τους εμπειρογνώμονες οι οποίοι προέρχονται από τις πρωτεύουσες μία φορά κάθε τρεις μήνες να εκτιμήσουν τον ευρύτερο αντίκτυπο των εργασιών τους στην ευρωπαϊκή διαδικασία λήψης αποφάσεων και σε άλλες χώρες. Μικρότερες χώρες συχνά δεν διαθέτουν τους πόρους για να παρακολουθήσουν την πληθώρα των συνεδριάσεων. Η τυπική απάντηση είναι ότι οι συζητήσεις αυτές είναι «απλώς» τεχνικής φύσης, και έτσιαπευθύνονται αποκλειστικά σε τεχνικούς εμπειρογνώμονες. Ωστόσο, οι συζητήσεις αυτές έχουν σχεδόν πάντα σοβαρές και ευρείες πολιτικές και οικονομικές επιπτώσεις. Αυτός ο κατακερματισμός και η έλλειψη διαφάνειας λειτουργεί υπέρ αυτών που έχουν την πιο ισχυρή ατζέντα ή τους περισσότερους πόρους. Σε ένα τέτοιο πεδίο άνισων όρων, οι πιο ισχυροί και επιδραστικοί παίκτες ευνοούνται και οι απαραίτητοι έλεγχοι και ισορροπίες λείπουν.
Την ίδια στιγμή, το πιασάρικο θέμα των υψηλών τιμών των φαρμάκων έχει αναζωογονήσει παρόμοιες συζητήσεις σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, το οποίο είναι παραδοσιακά το πιο μυστικοπαθές των θεσμικών οργάνων της ΕΕ. Αυτό που είναι καινούργιο όμως είναι η εμφάνιση των διαφόρων διακυβερνητικών πρωτοβουλιών, όπως το πρόσφατο ολλανδο-βελγικό σχήμα διαπραγμάτευσηςτιμών ή η προσπάθεια των Βουλγάρων και των Ρουμάνων να ενώσουν τις δυνάμεις τους, προκειμένου να δουλέψουν μαζί για οικονομικά προσιτές θεραπείες. Αν και πολλά υποσχόμενες, οι πρωτοβουλίες αυτές επίσης περιβάλλονται από μυστικότητα. Λυπούμαστε που η σημερινή ολλανδική Προεδρία του Συμβουλίου δεν δείχνει πολιτική βούληση να είναι διαφανής ή ανοικτή σε πραγματική και ισόρροπη συμμετοχή των ενδιαφερόμενων μερών.
Η φαινομενική αποδυνάμωση της κοινοτικής μεθόδου σημαίνει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει να αγωνιστεί για να παραμείνει στις εξελλίξεις σχετικά με τον τομέα της φαρμακευτικής πολιτικής. Ανεξάρτητα από το φόρουμ όπου η συζήτηση λαμβάνει χώρα, είναι βέβαιο ότι η έλλειψη διαφάνειας και πολιτικού ελέγχου έχει συνέπειες για τη ζωή των ασθενών και για το μέλλον των συστημάτων δημόσιας υγείας.
Είναι ώρα όλα τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, αν μη τι άλλο η Επιτροπή,να δεσμευθούν εκ νέου στηναρχή της διαφάνειας και να ενισχύσουν τους μηχανισμούς της δημόσιας λογοδοσίας στον τομέα της φαρμακευτικής πολιτικής, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η ισόρροπη συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων και τα καλύτερα αποτελέσματα για την υγεία μας.